Τετάρτη 7 Νοεμβρίου 2012

Απόσπασμα από ένα γράμμα.

Αγαπητέ πατέρα,

υπάρχουν στιγμές στη ζωή του καθενός που μοιάζουν με τα σήματα των συνόρων: δηλώνουν την ολοκλήρωση μιας περιόδου αλλά ταυτόχρονα υποδεικνύουν καθαρά μια νέα κατεύθυνση.
Σε μια τέτοια μεταβατική στιγμή, νιώθουμε υποχρεωμένοι να δούμε το παρελθόν και το παρόν με το αετίσιο μάτι της σκέψης, ώστε να αποκτήσουμε συνείδηση της πραγματικής μας θέσης. Στ' αλήθεια η παγκόσμια ιστορία αρέσκεται στο να κοιτάζει πίσω με αυτό τον τρόπο και να αντλεί υλικό, πράγμα που της δίνει συχνά εμφάνιση παρακμής ή στασιμότητας, ενώ είναι απλά όπως ήταν και πριν, ξαπλωμένη στην πολυθρόνα, προσπαθώντας να κατανοήσει τον εαυτό της και να συλλάβει διανοητικά τις δραστηριότητές της, τις δραστηριότητες του νου.
Τέτοιες στιγμές, νομίζω, ένα άτομο μπορεί να γίνει λυρικό, γιατί κάθε μεταμόρφωση είναι εν μέρει ένα κύκνειο άσμα και εν μέρει η εισαγωγή σε ένα υπέροχο, καινούριο ποίημα, το οποίο προσπαθεί να αποκτήσει μια σταθερή μορφή με λαμπερά χρώματα που βυθίζονται το ένα μέσα στο άλλο. Εντούτοις, θα μας άρεσε να αναζωογονήσουμε μιαν ανάμνηση εκείνου που ζήσαμε κάποτε, έτσι ώστε αυτή η εμπειρία να ξανακερδίσει στα συναισθήματά μας τη θέση που έχασε στις πράξεις μας. [...] Και τι καλύτερη αποζημίωση και συγχώρεση θα μπορούσε να υπάρχει για μια απαράδεκτη και αξιοκατάκριτη κατάσταση από το να τη δούμε σαν την έκφραση μιας αναγκαίας και αναπόφευκτης τάξης πραγμάτων; Πώς, εξάλλου, θα μπορούσε το συχνά αρρωστημένο παιχνίδι της τύχης και των εσφαλμένων εκτιμήσεων να αποφύγει καλύτερα την κατηγορία ότι οφείλεται σε μια διεστραμμένη καρδιά;
Για αυτό λοιπόν, τώρα, στο τέλος ενός ολόκληρου χρόνου που έζησα εδώ, και αφού έριξα μια ματιά πίσω μου στην αλυσίδα των γεγονότων που συνέβησαν στη διάρκεια αυτού του διαστήματος, με σκοπό, αγαπητέ μου πατέρα, να απαντήσω στην άπειρα συγκινητική σου επιστολή, επίτρεψέ μου να σε ενημερώσω σχετικά με το πως αντιμετωπίζω τη ζωή γενικά, σαν την έκφραση μιας διανοητικής δραστηριότητας που αναπτύσσεται προς όλες τις κατευθύνσεις, στην επιστήμη, στην τέχνη και στα προσωπικά ζητήματα.
Όταν έφυγα από το σπίτι, ένας νέος κόσμος άρχισε να δημιουργείται για εμένα, ο κόσμος του έρωτα, ενός έρωτα που ήταν πραγματικά, στην αρχή τουλάχιστον, ανέλπιδος, γεμάτος πάθος και επιθυμία. Ακόμα και το ταξίδι, που κάτω από άλλες συνθήκες θα με είχε ευχαριστήσει φοβερά, θα με είχε εμπνεύσει στη μελέτη της φύσης και θα είχε θερμάνει τον ενθουσιασμό μου για τη ζωή, με άφησε αδιάφορο. Αντίθετα, μου στέρησε σε καταπληκτικό βαθμό το χιούμορ, γιατί οι βράχοι που αντίκρισα δεν ήταν περισσότερο απότομοι και απόκρημνοι από τα ίδια τα συναισθήματα της ψυχής μου, οι μεγάλες πόλεις δεν ήταν περισσότερο ζωντανές από το αίμα μου, τα γεύματα δεν ήταν περισσότερο υπερβολικά και δυσκολοχώνευτα από τον όγκο των φαντασιώσεων που κουβαλούσα μαζί μου και, τελικά, κανένα έργο τέχνης δεν ήταν τόσο όμορφο όσο εκείνη.
Μετά την άφιξή μου, αποφάσισα να διακόψω όλες τις επαφές που είχα μέχρι τότε, επικοινωνούσα αραιά και σχετικά απρόθυμα και προσπάθησα να βυθιστώ στην επιστήμη και στην τέχνη.
Σαν συνέπεια του τρόπου που σκεφτόμουν εκείνη την περίοδο, η λυρική ποίηση επρόκειτο να γίνει το πρώτο πράγμα που με ενδιέφερε, τουλάχιστον το περισσότερο ευχάριστο και άμεσο. Αλλά λόγω της γνωστής συμπεριφοράς μου και όλων όσων είχαν προηγηθεί στη ζωή μου, αυτή η ποίηση ήταν καθαρά ιδεαλιστική. Ο παράδεισός μου, η τέχνη μου, έγινε ένας κόσμος τόσο μακρινός όσο και η αγάπη μου. Και έτσι κάθε τι πραγματικό έγινε ομιχλώδες και τα ομιχλώδη πράγματα δεν έχουν καθορισμένο περίγραμμα. Όλα τα ποιήματα των τριών πρώτων τόμων που της έστειλα χαρακτηρίζονται από επιθέσεις ενάντια στην εποχή μας, φλύαρες και παιδαριώδεις εκφράσεις συναισθηματισμών, τίποτα το φυσικό, πράγματα χτισμένα από σεληνόφως, μια πλήρη αντίθεση ανάμεσα σε αυτό που είναι και σε αυτό που θα έπρεπε να είναι, ρητορικές εκλάμψεις αντί για ποιητικές σκέψεις, αλλά εντούτοις, και μια κάποια αισθηματική ζεστασιά, μια φροντίδα για την ποιητική φλόγα. Ολόκληρη η έκταση μιας ανυπομονησίας χωρίς όρια βρίσκει εκεί την έκφρασή της με πολλές και διαφορετικές μορφές και μετατρέπει την ποιητική "σύνθεση" σε "μακρηγορία". [...]













------------------------------------------------------------------
το γράμμα είναι του Καρλ Μαρξ γραμμένο στο Βερολίνο στις 10-11 Νοέμβρη του 1837 και σκοπό έχει να ενημερώσει τον πατέρα του για τον έρωτά του για την Τζένη φον Βεστφάλεν, την απόφασή του να εγκαταλείψει την ιδέα να ασχοληθεί με την ποίηση (απόφαση στην οποία τον ωθεί και η ίδια η αγαπημένη του) και να τον ενημερώσει για το πως βλέπει την πορεία του μετά από ένα χρόνο ως φοιτητής στο Βερολίνο όπου είχε πάει για να σπουδάσει Νομική.
Στο γράμμα αντικατέστησα το όνομα της αγαπημένης του Μαρξ "Τζένη" με το "εκείνη", δεν έβαλα εξαρχής την ημερομηνία και την πόλη- όπως συνηθίζεται- ώστε να κάνω το γράμμα πιο "απρόσωπο" και "άχρονο".

Υ.Γ: συγγνώμη που δεν έχω απαντήσει ακόμα στα σχόλια της προηγούμενης ανάρτησης. Υπόσχομαι πως θα το κάνω σύντομα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου