Κυριακή 27 Ιανουαρίου 2013

Συνεχίζοντας με αυτά που όλο ανέβαλα να αναρτήσω

έχουμε λίγο Μπρεχτ:


Ο ποιητής Κην έλεγε:
Πώς να γράψω αθάνατα έργα όταν δεν είμαι γνωστός;
Αν δε με ρωτήσουν πως ν’ αποκριθώ;
Γιατί να χάνω χρόνο με στίχους που ο χρόνος θα τους χάσει;
Γράφω τις προτάσεις μου σε μια γλώσσα στέρεη
Γιατί φοβάμαι πως θα περάσει πολύς καιρός
Ώσπου να εφαρμοστούν.


Για να φτάσουμε στο μεγάλο χρειαζόμαστε μεγάλες αλλαγές.
Οι μικρές αλλαγές είναι εχθροί των μεγάλων αλλαγών.
Έχω εχθρούς. Πρέπει λοιπόν να είμαι γνωστός.

"Απόφθεγμα"
================================================


Μικρός Μοναχός: Δεν νομίζετε πως η αλήθεια θα επικρατήσει, ακόμα και χωρίς εμάς, απλά και μόνο επειδή είναι η αλήθεια;

Γαλιλαίος: Όχι. Θα επιβληθεί όση αλήθεια εμείς επιβάλλουμε. Άλλωστε, η νίκη της λογικής δεν είναι παρά η νίκη των λογικών.

από το  θεατρικό “Η ζωή του Γαλιλαίου”
=======================================================================

Σάββατο 26 Ιανουαρίου 2013

Του σκοτεινού συνωμότη*.

ΜΕΡΕΣ 1953
 
Σκεφτείτε τη θέση της Κυβερνήσεως
  μετά την δολοφονίαν των ποιητών
εμένα σκεφτείτε ανεβαίνοντας το φλογερό δρόμο
που άλλοτε ακούγονταν κλαγγές όπλων
  φοιτητών
  τώρα έρημο πάρκο.
Σκεφτείτε τη θέση των ποιητών
  μετά την εγκαθίδρυση των κυβερνήσεων
μετά τη διαταγή παύσατε πυρ υμνήσατε τους
  άρχοντας

σκεφτείτε και εμένα.

Μέσα στο ήρεμο πλήθος υψώνομαι
  με κοιτάζουν παράξενα
μέσα στη νέα βουή δεν ακούγομαι
  πέφτω και φεύγω.
Γιέσενιν – Μαγιακόφσκι αδελφοί που τερματίσατε
δεν αγαπήσατε τα ήρεμα βράδια τον καφέ
  τις συζητήσεις
δεν είχατε σε ποιόν να επιτεθείτε.
Τώρα κυριαρχεί η χαμηλή φωνή
κάποιου εγκάρδιου Ναζίμ
  που μας καλεί για ειρήνη
τώρα χτυπάν στα πάρκα τα παιδιά τραγούδια των σκλάβων.
Ξαφνιάζονται οι άνθρωποι σαν ακουστεί
το Εμπρός επαναστάτες
ξαφνιάζονται σαν ακουστεί Ελευθερία.

Πάψε τους ύμνους σου αστέ ποιητή έλληνα
  Λειβαδίτη
για έρωτες και σπίτια και ηρεμία
  όσο ανθρώπινα κι αν είναι.
Αύριο θ’ αναγκαστείς να φωνάζεις
όπως άλλοτε μαζί μου θάνατος στους τυράννους.
Αύριο που η ζωή θα μας σφίγγει
θα βγεις με την κορούλα σου στους δρόμους
γεμάτος απορία μέσα στις φλόγες
  και δε θ’ αναγνωρίζεις τίποτα.
Έλα μαζί μου.
Μίλα για μια τεράστια σύγκρουση της εργατιάς
  μ’ αρχόντους
ατσάλωνε την τόση θέληση της
  πάψε τους θρήνους σου.
Εγώ με τη φωτιά του 17 προχωράω αντίθετα
  από τα συνέδρια τις συσκέψεις
αντίθετα από τις μυστικές αστυνομίες
από τους υπουργούς τις δεξιώσεις
  αντίθετα στον πόλεμο.

Κανένας πια δεν έμεινε ποιητής.
Έτσι μονάχος ανοίγω το δρόμο.

--------------------------------
--------------------------------
(*του Μ. Κατσαρού.)